- σχινιά
- και σκινιά, η, Ν [σχίνος]το φυτό σχίνος ή μαστιχόδενδρο.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Σχινιάς — Παράλιος οικισμός (504 κάτ., υ ψόμ. 5), του νομού Ανατ. Αττικής. Υπάγεται διοικητικά στο δήμο Μαραθώνος (12 979 κάτ.). Άποψη του υδροβιότοπου του Σχινιά στον Μαραθώνα (φωτ. ΑΠΕ). Γραφικό τοπίο στο Σχινιά … Dictionary of Greek
Schinias Olympic Rowing and Canoeing Centre — Luftbild der Anlage Das Team … Deutsch Wikipedia
σκινιά — η, Ν βλ. σχινιά … Dictionary of Greek
Κεφαλονιά — Νησί (781,49 τ. χλμ., 36.404 κάτ.), του Ιονίου πελάγους με πρωτεύουσα το Αργοστόλι. Είναι γνωστό και ως Κεφαλληνία. Αποτελεί το μεγαλύτερο νησί των Επτανήσων και το έκτο μεγαλύτερο της Ελλάδας. Βρίσκεται απέναντι από τον Πατραϊκό κόλπο. Το… … Dictionary of Greek